Tροπάρια Μεγάλης Δευτέρας

Ὁ τῇ ψυχῆς ῥαθυμίᾳ νυστάξας,
οὐ κέκτημαι Νυμφίε Χριστέ, καιομένην λαμπάδα τὴν ἐξ ἀρετῶν,
καὶ νεάνισιν ὡμοιώθην μωραῖς, ἐν καιρῷ τῆς ἐργασίας ῥεμβόμενος,
τὰ σπλάγχνα τῶν οἰκτιρμῶν σου, μὴ κλείσῃς μοι Δέσποτα,
ἀλλ’ ἐκτινάξας μου τὸν ζοφερὸν ὕπνον ἐξανάστησον,
καὶ ταῖς φρονίμοις συνεισάγαγε Παρθένοις,
εἰς νυμφῶνα τὸν σόν, ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων,
καὶ βοώντων ἀπαύστως· Κύριε δόξα σοι.

Φθάσαντες πιστοί, τὸ σωτήριον Πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄφατον αὐτοῦ μακροθυμίαν δοξάσωμεν, ὅπως τῇ αὐτοῦ εὐσπλαγχνίᾳ, συνεγείρῃ καὶ ἡμᾶς, νεκρωθέντας τῇ ἁμαρτίᾳ, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος, τοὺς ἰδίους στηρίζων Μαθητὰς ἔλεγες, κατ΄ ἰδίαν παραλαβὼν αὐτούς. Πῶς τῶν ῥημάτων μου ἀμνημονεῖτε, ὧν πάλαι εἶπον ὑμῖν, ὅτι Προφήτην πάντα οὐ γέγραπται εἰ μὴ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀποκτανθῆναι; Νῦν οὖν καιρὸς ἐφέστηκεν, ὃν εἶπον ὑμῖν· ἰδοὺ γὰρ παραδίδομαι, ἁμαρτωλῶν χερσὶν ἐμπαιχθῆναι, οἳ καὶ σταυρῷ με προσπήξαντες, ταφῇ παραδόντες, ἐβδελυγμένον λογιοῦνται ὡς νεκρόν· ὅμως θαρσεῖτε· τριήμερος γὰρ ἐγείρομαι εἰς ἀγαλλίασιν πιστῶν καὶ ζωήν τὴν αἰώνιον.

δοξαστικό

Το πρωί της Μ. Παρασκευής ψάλλονται στους Ναούς οι «Μεγάλης Ώρες» (Πρώτη, Τρίτη, Έκτη και Ενάτη). Λέγονται «Μεγάλες» και για το μήκος τους και διότι αναφέρονται σε μεγάλα και θαυμαστά γεγονότα. Λέγονται ακόμη και «Βασιλικές», γιατί κατά τη Βυζαντινή εποχή τις παρακολουθούσε και ο βασιλιάς. Οι ώρες περιέχουν Ψαλμούς, Τροπάρια, Προφητείες, Αποστόλους, Ευαγγέλια και Ευχές.
Στον εσπερινό της Μ. Παρασκευής, που τελείται και αυτός το πρωί, ψάλλεται ως Δοξαστικό των Αποστίχων, ένας από τους πιο συγκινητικούς ύμνους της Βυζαντινής μουσικής των Θείων Παθών, το τροπάριο «Σε τον αναβαλλόμενον το φως», σε ήχο πλάγιο του Α΄. Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία ποιητικά δημιουργήματα της εκκλησιαστικής μας ποίησης, μουσικά ταυτόχρονα κατανυκτικό και μεγαλοπρεπές. Οι πιστοί το απολαμβάνουν μέσα σε ατμόσφαιρα μεγάλης κατάνυξης, η οποία ενισχύεται και από το τελετουργικό της Αποκαθήλωσης.

Στο συγκεκριμένο τροπάριο υπάρχουν επιδράσεις από τους Ψαλμούς του Δαβίδ, το κατά Μάρκον και το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Κυρίαρχο στοιχείο είναι η αντίθεση ανάμεσα στο φως, το οποίο σαν ιμάτιο περιβάλλει τον Ιησού και το σκοτάδι με το οποίο ντύθηκε ο ήλιος. Τη θεϊκή γαλήνη και το μεγαλείο διαδέχεται μια οδυνηρή κατάσταση.  Η θέα του νεκρού Χριστού με το γυμνό άταφο σώμα, προκαλεί τον θρήνο και τον οδυρμό. Το λυπητερό επιφώνημα «Οίμοι» σε συνδυασμό με την προσφώνηση «γλυκύτατε Ιησού» αποκαλύπτει το μέγεθος του πόνου του Ιωσήφ. Συγχρόνως όμως έρχονται στον νου εικόνες οικείες στους ανθρώπους, που μοιρολογούν για τον θάνατο αγαπημένων προσώπων. Μέσα από την αντίθεση ανάμεσα στο πριν και στο τώρα, εμφανίζεται η απόγνωση και η απελπισία, που μετριάζονται όμως από τη βεβαιότητα πως ό,τι συνέβη ήταν συνέπεια της συγκαταβάσεως του Ιησού και αποσκοπούσε στη σωτηρία του ανθρώπου, καθώς ακολουθεί η τριήμερος Ανάσταση.

Δεσπόζουσα όμως θέση έχει και το δέος που νιώθει ο Ιωσήφ, συνειδητοποιώντας το έργο το οποίο έχει να επιτελέσει, ασχολούμενος με τον νεκρό Ιησού. Η κατάληξη με τους ρηματικούς τύπους «μεγαλύνω», «υμνολογώ», «κραυγάζων» σηματοδοτεί εσωτερική αγαλλίαση στον ύψιστο βαθμό, οφειλόμενη στη θεότητα του Ιησού.
Υπάρχει  το πολυσύνδετο σχήμα «περιεβάλλετο και εκυμαίνετο και διερρήγνυτο του Ναού το καταπέτασμα», το ασύνδετο σχήμα «θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, άταφον», η μεταφορά «Καθελών ο Ιωσήφ από του ξύλου», οι προσφωνήσεις «γλυκύτατε Ιησού, Θεέ μου, οικτίρμον Κύριε», οι μεγαλειώδεις εικόνες, τα επίθετα «ευσυμπάθητον θρήνον, γλύκύτατε Ιησού, το ακήρατον σώμα», η εναλλαγή στη δομή της σύνταξης, χαρακτηριστικά λεκτικά απανθίσματα, από τα βασικά γνωρίσματα που λαμπρύνουν το ποίημα, που αποδίδεται μουσικά στον απόλυτα ταιριαστό  πλάγιο του  Α΄ ήχο, με αξιοθαύμαστο τρόπο και σύμφωνα με το Πατριαρχικό ύφος από την Βυζαντινή – Παραδοσιακή χορωδία «Θεόδωρος Φωκαεύς», στην Επετειακή Συναυλία της Δεκαετίας της, με ύμνους Μ. Εβδομάδος στον νέο Ι.Ν. Αγίου Ανδρέα Πατρών, στις 28 Μαρτίου του 2015.

Χειρόγραφα – παρτιτούρες

se-ton-anaballomenon01 se-ton-anaballomenon02 se-ton-anaballomenon03

 

 

ιδιόμελον

Τον συγκινητικό ύμνο της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης «Επί ξύλου βλέπουσα», στην κορύφωση των Θείων Παθών, αποδίδει εξαισίως ο Βυζαντινός χορός «Θεόδωρος Φωκαεύς», στην Επετειακή Συναυλία της Δεκαετίας του, με ύμνους Μ. Εβδομάδος στον νέο Ι.Ν. Αγίου Ανδρέα Πατρών, τον Μάρτιο του 2015. Στην εκδήλωση αυτή ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρών κ.κ. Χρυσόστομος τίμησε όλα τα μέλη της χορωδίας, απονέμοντάς τους  αναμνηστικό δίπλωμα, ενώ παρέδωσε στον πρόεδρο και τον χοράρχη της «Ευεργετήριο γράμμα» του για την εν γένει ξεχωριστή, πολιτιστική 10ετή προσφορά του χορού στα δρώμενα της Αποστολικής πόλης των Πατρών. Με τον 50μελή χορό ψάλλει και το νεότερο μέλος του, ο 12χρονος Παύλος Παπαδημητρίου, ελπιδοφόρα υποθήκη για την συνέχιση της πολιτιστικής ιστορίας της χορωδίας.

Τονισμένος στον Β΄ ήχο, ο υπέροχος αυτός ύμνος, ποίημα λυρικό και μουσικό στολίδι, με τις τονικές εναλλαγές και τις χρονικές αγωγές του, αναφέρεται με εμφατικό τρόπο στον Σταυρωμένο αδίκως Χριστό, που αντικρίζει συντετριμμένη η μητέρα του, η Υπεραγία Θεοτόκος. Βλέπει η Παρθένος Μαρία, τον Κτίστη και Θεό να βασανίζεται υπό αδίκων κριτών, η μητέρα τον Υιόν της να θυσιάζεται για την σωτηρία του γένους των ανθρώπων, έχοντας σβήσει το κάλλος της μορφής  του και θλίβεται πολύ. Και καταλήγει το μουσικό μέλος με την παράκληση της Παναγίας μητέρας, να τηρηθεί ο λόγος του Θεού και να αναστηθεί σε τρεις  ημέρες ο Χριστός, για να δει την δόξα Του και η ίδια και όλοι οι Χριστιανοί.

Παρτιτούρα – χειρόγραφο

epi-xylou-blepousa

Χορωδία

Ιλιγγιά ο νους μας εμπρός στην απροσμέτρητη φιλανθρωπία του Εσταυρωμένου Ιησού. Είναι η ώρα της πιο αφόρητης οδύνης Του, η κορύφωση του Πάθους Του. Πριν όμως συγκλονιστεί συθέμελα η γη, κάτι συγκλονιστικότερο τελεσιουργείται. Ανοίγει η κλεισμένη από αιώνες πύλη του Παραδείσου, και – το παραδοξότερο – εισέρχεται πρώτος εκεί ένας ληστής. Δεν υπήρξε τραγικότερη ώρα στην ιστορία του ανθρώπινου γένους από το δειλινό εκείνο, που έκλεισε στους Πρωτοπλάστους η θύρα του Παραδείσου, και ο εξόριστος Αδάμ απόμεινε γυμνός και απελπισμένος να θρηνεί απαρηγόρητος.
Και οι αιώνες διαδέχθηκαν αλλήλους, χιλιετίες πέρασαν, και ιδού έρχεται καιρός που ο άνθρωπος, σε έσχατο βυθό ξεπεσμού, καταλήγει στο φρικτό έγκλημα του Γολγοθά, καταδικάζει στον πιο ατιμωτικό θάνατο τον χορηγό της ζωής, σταυρώνει εν μέσω δύο ληστών τον Αναμάρτητο, ως κακούργο τον Ευεργέτη, ως παράνομο τον Νομοθέτη, ως κατάκριτο τον Βασιλέα του σύμπαντος. Εκείνος, όμως, απαντά στην ανθρώπινη κακία και αχαριστία με απέραντη μακροθυμία. Την ώρα που «βάπτεται κάλαμος αποφάσεως παρά κριτών αδίκων», για να επικυρωθεί η θανατική Του καταδίκη, ο Ιησούς χρησιμοποιεί «αντί καλάμου τον Σταυρόν» και ως μελάνι το Αίμα Του, για να υπογράψει βασιλικά τη συγχώρηση του ανθρωπίνου γένους. Κι ένα απρόσμενο θαύμα συντελείται – ίσως μεγαλύτερο κι απ’ το σεισμό και απ’ το σχίσιμο των βράχων: η μεταστροφή της ψυχής του ληστή. Η ανεξικακία του Εσταυρωμένου Ιησού ραγίζει την σκληρότερη και από πέτρα καρδιά του και του ανοίγει τον Παράδεισο. Μικρό αίτημα απευθύνει ο ληστής, μεγάλο δώρο λαμβάνει. Ανάξιος για ζωή, σύμφωνα με τη δικαιοσύνη του κόσμου, αξιώνεται της αιώνιας μακαριότητας. Τελευταίος και περιφρονημένος στην κοινωνία των ανθρώπων, εισέρχεται πρώτος στον Παράδεισο. Απερίγραπτη η αρχοντιά και η μεγαλοσύνη του Θεού. Δεν του παραχωρεί απλά μια θέση στη βασιλεία Του, αλλά του υπόσχεται τη διαρκή κοινωνία μαζί Του. «Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω». «Μνήσθητι ημών Κύριε εν τη βασιλεία Σου», όπως τον ευγνώμονα ληστή, που αυθημερόν αξίωσες του Παραδείσου. Δεν διαφέρουμε άλλωστε και πολύ από εκείνον. Είμαστε υπόλογοι για τα αναρίθμητα σφάλματά μας, αδικαιολόγητοι για τη σκληροκαρδία μας, ελεγχόμενοι αμείλικτα για τις παραλείψεις μας. Οι ενοχές μας, μας καθηλώνουν στον απαράκλητο σταυρό της συνειδήσεώς μας. Έχουμε επίγνωση της ενοχής μας, αλλά και της απέραντης μακροθυμίας Σου. Αναγνωρίζουμε την αμαρτωλότητά μας, αλλά και την άβυσσο της αγάπης Σου, γι’ αυτό και εκζητούμε το έλεός Σου. Άνοιξε τα σπλάγχνα της φιλανθρωπίας Σου, Κύριε, όπως άνοιξες στον ληστή τον Παράδεισο. Ζυγομέτρησε τις αμαρτίες μας με τους οικτιρμούς Σου, διάγραψε τις αστοχίες μας, συγχώρησε τις πτώσεις μας, εξάλειψε το πλήθος των πλημμελημάτων μας με τον ωκεανό της ευσπλαχνίας Σου. Αυτόν τον μοναδικό ύμνο του Όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής, αποδίδει σε ήχο Γ΄ ο Βυζαντινός χορός «ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΦΩΚΑΕΥΣ», συμφώνως προς το Πατριαρχικό ύφος, με άριστη αρμονία μέλους – ισοκρατήματος, στην συναυλία παρουσίασης του ψηφιακού του δίσκου «Τα Πάθη τα Σεπτά», τον Μάρτιο του 2012, στον Ι. Ν. Αγ. Σοφίας Πατρών.

Τον Ληστήν αυθημερόν – Ήχος Γ’ (Εξαποστειλάριον)

Χειρόγραφα – Παρτιτούρες

ton-lhsthn

Χορωδία

Στις απαρχές της Μ. Εβδομάδος ψάλλεται στους ιερούς ναούς το γνωστό κάθισμα  «Τα Πάθη τα Σεπτά», σε ήχο Β΄, ύμνος αναφερόμενος στην σταυρική θυσία του Θεανθρώπου για την σωτηρία του γένους των ανθρώπων. Στο μέλος επισημαίνεται η αξία των θείων Παθών, η σωστική ημέρα που ανατέλλει για όλο τον κόσμο, καθώς ο Αγαθός Ιησούς Χριστός, που τα σύμπαντα όλα ελέγχει, μαρτυρά επί ξύλου για να σώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο.  Η καθαρότητα των λεκτικών νοημάτων διαπλέκεται μοναδικά στον ύμνο με την λυρικότητα του μελωδήματος, δημιουργώντας στον Χριστιανό αισθήματα λατρείας προς τον Δημιουργό και ευγνωμοσύνης προς τον Υιό του Θεού.

Τον ύμνο αυτό αποδίδει εξαιρετικά η χορωδία «ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΦΩΚΑΕΥΣ», στην συναυλία παρουσίασης του ομώνυμου δίσκου της που μόλις κυκλοφόρησε, τον Μάρτιο του 2012, στον Ι. Ν. Αγ. Σοφίας  Πατρών

Χειρόγραφα – παρτιτούρες

ta-pathi-ta-septa-01 ta-pathi-ta-septa-02

Χορωδία

Το τροπάριο της ακολουθίας του Νυμφίου της Μ. Τρίτη ψάλλει ο αείμνηστος Παραστατίδης Αναστάσιος, επί δεκαετίες πρόεδρος του ιστορικού σωματείου «Ιωάννης Δαμασκηνός», άρχων πρωτοψάλτης του ιερού ναού Τριών Ιεραρχών Βούλγαρης.

Από τα απόστιχα ιδιόμελα του όρθρου της Μ. Τετάρτης (Ἦχος πλ. δ´):

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Μεταγραφή του Φώτη Κόντογλου:

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος

Ύμνος

Από το 2ο Συμπόσιο Ψαλτικής Τέχνης που διοργάνωσε η Βυζαντινή Χορωδία Κερκύρας στον Ι. Ναό Αγ. Αντωνίου Κέρκυρας 23 Φεβρουαρίου 2014. Διδασκαλία & Διεύθυνση: Αρχιμανδρίτης π. Σπυρίδων Σκορδίλης

Ύμνος

Ψάλλει ο δρ Γιώργος Κωνσταντίνου.

Γεωργίου Ἀκροπολίτου. Ἦχος πλ. α´.

Τὸν ἥλιον κρύψαντα τὰς ἰδίας ἀκτίνας,
καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ διαρραγέν, τῷ τοῦ Σωτῆρος θανάτῳ,
ὁ Ἰωσὴφ θεασάμενος, προσῆλθε τῷ Πιλάτῳ καὶ καθικετεύει λέγων·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ὁμόφυλοι μισοῦντες θανατοῦσιν ὡς ξένον·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ξενίζομαι βλέπειν τοῦ θανάτου τὸ ξένον·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὅστις οἶδεν ξενίζειν τοὺς πτωχούς τε καὶ ξένους·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν Ἑβραῖοι τῷ φθόνῳ ἀπεξένωσαν κόσμῳ·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ἵνα κρύψω ἐν τάφῳ, ὃς ὡς ξένος οὐκ ἔχει τὴν κεφαλὴν ποῦ κλῖναι·
δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ἡ Μήτηρ καθορῶσα νεκρωθέντα ἐβόα·
Ὦ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, εἰ καὶ τὰ σπλάγχνα τιτρώσκομαι,
καὶ καρδίαν σπαράττομαι, νεκρόν σε καθορῶσα,
ἀλλὰ τῇ σῇ ἀναστάσει θαρροῦσα μεγαλύνω.
Καὶ τούτοις τοίνυν τοῖς λόγοις δυσωπῶν τὸν Πιλᾶτον
ὁ εὐσχήμων λαμβάνει τοῦ Σωτῆρος τὸ σῶμα,
ὃ καὶ φόβῳ ἐν σινδόνι ἐνειλήσας καὶ σμύρνῃ, κατέθετο ἐν τάφῳ
τὸν παρέχοντα πᾶσι ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Ύμνος

Δοξαστικόν της αποκαθηλώσεως Ήχος πλ. α΄ – Ψάλλει ο Θρασύβουλος Στανίτσας.

Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον,
καθελὼν Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου σὺν Νικοδήμῳ,
καὶ θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, ἄταφον,
εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν·
Οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ·
ὃν πρὸ μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφῳ περιεβάλλετο,
καὶ ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο,
καὶ διερήγνυτο τοῦ ναοῦ τὸ καταπέτασμα·
ἀλλ” ἰδοὺ νῦν βλέπω σε δι” ἐμὲ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον.
Πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἰλήσω;
ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα;
ἢ ποῖα ᾄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ, Οἰκτίρμον;
Μεγαλύνω τὰ πάθη σου ὑμνολογῶ καὶ τὴν ταφήν σου,
σὺν τῇ ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε δόξα σοι.

Ύμνος

Τα  εγκώμια του επιταφίου αναφέρονται στη Βυζαντινή υμνολογία ως  τροπάρια που ψάλλονται το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, εκτός  των  ναών, κατά  την εκφορά του επιταφίου. Πρόκειται για σύντομα, γλυκύτατα μουσικά μέλη, που παρεμβάλλονται μετά τον 118ο ψαλμό, (ψαλμό του Αμώμου),  σε τρεις στάσεις.
Η πρώτη στάση σε ήχο πλάγιο α΄ αρχίζει με το εγκώμιο «Η ζωή εν τάφω, κατετέθης, Χριστέ…».
Η δεύτερη στάση σε ήχο πλάγιο α΄ αρχίζει με το εγκώμιο «Άξιον εστί μεγαλύνειν σε τον Ζωοδότην…» και
Η τρίτη στάση σε ήχο γ΄ αρχίζει με το εγκώμιο «Αι γενεαί  πάσαι ύμνον τη ταφή Σου προσφέρουσι Χριστέ μου».
Και οι τρεις παραπάνω στάσεις καταλήγουν με το ίδιο τροπάριο – εγκώμιο που ξεκινούν, ενώ ο  ιερέας θυμιατίζει τον επιτάφιο και από τις τέσσερις πλευρές του.
Επιλογές των εγκωμίων του Επιταφίου θρήνου αποδίδει ο Βυζαντινός χορός «Θεόδωρος Φωκαεύς», με θαυμαστή μουσική πιστότητα, σύμφωνη προς το  αρχαίο Βυζαντινό μέλος, μεταφέροντας την  κατανυκτική έκπληξη επί του θείου δράματος, την αναπαράσταση του οποίου τιμούν οι απανταχού Χριστιανοί. Ιδιαίτερη επίσης είναι και η απόδοση  της τρίφωνης  εκτέλεσης και  απόλυτα επιτυχημένη, από την καταπληκτική συναυλία του Βυζαντινού χορού με Ύμνους  Τριωδίου και Μεγάλης Εβδομάδος  (31-03-2012), στον Ιερό Ναό Αγίας Σοφίας Πατρών, κατά την παρουσίαση της έκδοσης του 6ου ψηφιακού δίσκου του χορού με τίτλο «Τα Πάθη τα Σεπτά».

Χειρόγραφα – παρτιτούρες

egkomia01  egkomia02egkomia03